προσχαρίζομαι

προσχαρίζομαι
προσχᾰρ-ίζομαι,
A gratify or satisfy,

τῇ γαστρί X.Oec.13.9

; stretch a point in one's favour, BGU1141.30 (i B.C.), Luc.DMeretr.9.5; concede the truth of,

τοῖς Θετταλοῖς μυθώδεις λόγους Str.7.7.12

.
II gratify besides, Ath.Naucr. ap. Ath.5.211b.
III sacrifice something for the sake of something,

τῶν πτερυγωμάτων τι τῇ μήτρᾳ Sor. 2.89

.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • προσχαρίζομαι — ΜΑ κάνω κάτι για χάρη κάποιου / αρχ. 1. χαρίζω κάτι σε κάποιον ή ικανοποιώ κάποιον («τῇ... γαστρὶ αὐτῶν ἐπὶ ταῑς ἐπιθυμίαις προσχαριζόμενος», Ξεν.) 2. αποδέχομαι την αλήθεια κάποιου («Θετταλοῑς μυθώδεις λόγους προσχαριζόμενος... φησίν», Στράβ.) 3 …   Dictionary of Greek

  • προσχαριζομένων — προσχαρίζομαι gratify pres part mp fem gen pl προσχαρίζομαι gratify pres part mp masc/neut gen pl προσχαρίζομαι gratify pres part mp fem gen pl προσχαρίζομαι gratify pres part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσχαριζόμενον — προσχαρίζομαι gratify pres part mp masc acc sg προσχαρίζομαι gratify pres part mp neut nom/voc/acc sg προσχαρίζομαι gratify pres part mp masc acc sg προσχαρίζομαι gratify pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσκεχαρίσμεθα — προσχαρίζομαι gratify perf ind mp 1st pl προσχαρίζομαι gratify plup ind mp 1st pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσχαριζόμενοι — προσχαρίζομαι gratify pres part mp masc nom/voc pl προσχαρίζομαι gratify pres part mp masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσχαριζόμενος — προσχαρίζομαι gratify pres part mp masc nom sg προσχαρίζομαι gratify pres part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσχαρισάμενος — προσχαρίζομαι gratify aor part mp masc nom sg προσχαρίζομαι gratify aor part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσχαρίζεσθαι — προσχαρίζομαι gratify pres inf mp προσχαρίζομαι gratify pres inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσχαρίζεται — προσχαρίζομαι gratify pres ind mp 3rd sg προσχαρίζομαι gratify pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσχαρίζονται — προσχαρίζομαι gratify pres ind mp 3rd pl προσχαρίζομαι gratify pres ind mp 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσχαρίσασθαι — προσχαρίζομαι gratify aor inf mp προσχαρίζομαι gratify aor inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”